του Κώστα Νικολάου *
Η σημερινή συγκυρία της οικονομικής κρίσης, που συνοδεύεται από πολιτικές μείωσης εισοδημάτων για το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, αύξησης της ανεργίας και μείωσης των δημόσιων δαπανών σε συνδυασμό με την υπάρχουσα χαμηλή ποιότητα ζωής στην πόλη, απειλούν όχι γενικά την ποιότητα ζωής των κατοίκων της πόλης αλλά την υγεία και την ίδια τους τη ζωή.
Περισσότεροι από 1.000 πολίτες της Θεσσαλονίκης πεθαίνουν πρόωρα κάθε χρόνο, ένεκα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, με βάση διεθνώς αποδεκτούς υπολογισμούς του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, ενώ δύο και τρεις φορές περισσότερο ρυπασμένος είναι ο αέρας σε εσωτερικούς χώρους (στα σπίτια, στους χώρους εργασίας και στα αυτοκίνητα) σε σύγκριση με τον εξωτερικό αέρα (και εξ αιτίας αυτού), γεγονός εξαιρετικά σημαντικό αφού τις περισσότερες ώρες της ημέρας, βρισκόμαστε σε κλειστούς χώρους.
Παράλληλα, το πράσινο στην πόλη της Θεσσαλονίκης κυμαίνεται σε απαράδεκτα χαμηλά επίπεδα: 4-8 φορές χαμηλότερα από τις διεθνείς προδιαγραφές και αντί για αύξηση των φυτεύσεων, υλοποιούνται προγράμματα «φύτευσης κάγκελων» και πλακόστρωσης πεζοδρομίων και ανοικτών χώρων.
Κι όμως, οι κατάλληλες ζώνες πρασίνου (που περιλαμβάνουν φυτοφράκτες τουλάχιστον σε τρία επίπεδα: θάμνοι, μεσαία και ψηλά δένδρα) κοντά σε πηγές ρύπανσης (πάρκα μέσα στην πόλη, φυτεύσεις κατά μήκος δρόμων κλπ) μπορούν να μειώσουν τις συγκεντρώσεις των ατμοσφαιρικών ρύπων από 30 μέχρι 60% με τα ανάλογα θετικά αποτελέσματα για την υγεία και τη ζωή των κατοίκων της πόλης.